Για μια διαφορετική σχέση πόλης και υπαίθρου

Για μια διαφορετική σχέση πόλης και υπαίθρου

Ζητούμενο στις μέρες μας είναι η διαμόρφωση μιας άλλης σχέσης με τον τόπο, το χώρο, την αρχιτεκτονική, την αισθητική και την πολιτισμική μας κληρονομιά. Το πέρασμα με άλλα λόγια στον πολιτισμό. Μόνο στις χώρες που το πολιτικό προσωπικό είναι φτωχό σε ιδέες και σχέδιο έχουμε πολιτικές πρακτικές όπως αυτές που διαμόρφωσαν το σύγχρονο Αθηναϊκό κράτος. Γιατί είναι διαφορετικό να έχεις την Αθήνα πρωτεύουσα από το να δημιουργείς μια υπερπρωτεύουσα σε μια ακατοίκητη  χώρα.

Όταν μάλιστα έχεις ανάλογα φαινόμενα με τη δημιουργία πόλεων κλώνων της Αθήνας σε όλη την επικράτεια τότε αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχει στη χώρα μια σοβαρή πολιτική για την ανάπτυξη. Το ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι τι εξυπηρετεί αυτή η συγκέντρωση πληθυσμού, η συσσώρευση φορτίων, η κατανάλωση του τόπου.

Αν μάλιστα δεχτούμε ότι το οικονομικό όνειρο που κυνήγησαν οι έποικοι των πόλεων εξαντλήθηκε σε ένα φτηνό κουρελιάρικο οικοδομικό καπιταλισμό με μικρή συσσώρευση αλλά μεγάλη συνεισφορά στην καταστροφή του τοπίου τότε τα ερωτηματικά για την ανάπτυξη της χώρας και την πολιτική για τις πόλεις μεγαλώνουν.

Η Ελλάδα δεν πέτυχε το «φορντικό» πρότυπο ανάπτυξης και μάλλον  έχασε το τραίνο της τεχνολογικής επανάστασης,  ενώ  εξαιτίας μορφωτικού ελλείμματος δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία της συμβολικής και της περιβαλλοντικής οικονομίας, την αναγκαιότητα της ανάπτυξης μικρών επιχειρήσεων παραγωγής ποιοτικών προϊόντων.

Η βαριά βιομηχανία της χώρας είναι ο πρωτογενής τομέας, τα επώνυμα ποιοτικά αγροτικά προϊόντα, το διατροφικό της πρότυπο. Μόνο που για να αποκτήσουν υπεραξία θα πρέπει να ντυθούν με τον μύθο, τον πολιτισμό, το περιβάλλον του τόπου προέλευσης. Οι καταναλωτές  σήμερα δεν αγοράζουν απλώς ένα προϊόν, αγοράζουν το συμβολισμό, την πυκνότητα των νοημάτων, την ιστορία του συγκεκριμένου προϊόντος και του τόπου παραγωγής του.

Το Ηράκλειο  είναι ένας δήμος με αρκετά μεγάλη αγροτική περιφέρεια στην οποία μπορούν να καλλιεργηθούν προϊόντα υψηλής ποιοτικής αξίας. Ευνοούν οι εδαφικές και κλιματικές συνθήκες, ο πλούτος της γνώσης των παλιών παραγωγών, που αν συνδυαστούν με την γνώση και την επιστήμη θα οδηγήσουν στην παραγωγή περιζήτητων προϊόντων και σε μια άλλου τύπου ανάπτυξη και διαχείριση του περιβάλλοντος.

Ταυτόχρονα θα διαμορφωθούν  στην πόλη άλλες συνθήκες ζωής. Για να το πετύχουμε θα πρέπει να έχουμε στρατηγική έτσι ώστε σταδιακά  από την αποσυγκέντρωση1  να οδηγηθούμε στην αποκέντρωση.

Θα πρέπει να ενισχυθεί λοιπόν η ροή πληθυσμού προς την ύπαιθρο με την κατάλληλη υποστήριξη μιας άλλης πολιτικής για τα αγροτικά προϊόντα. Γι αυτό δεν είναι ανάγκη να περιμένουμε το κράτος να θεσπίσει κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο. Μια έξυπνη και πολιτικά επαρκής ηγεσία στην τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να παράξει το μοντέλο ανάπτυξης που θα ενισχύσει την αγροτική παραγωγή.

Πως μπορεί να γίνει αυτό; Με την κατ’ αρχήν μεταφορά υπηρεσιών έξω από το ιστορικό κέντρο της πόλης γεγονός που θα συμβάλλει στην μείωση των ανθρώπινων φορτίων και των μέσων σε ένα χώρο που ήδη ασφυκτιά και έπειτα με αναπτυξιακά έργα στα χωριά που θα ευκολύνουν την παραγωγική διαδικασία και θα ομορφύνουν τη ζωή των κατοίκων τους.

Στον τόπο μας ακολουθήθηκε ένα συγκεκριμένο πρότυπο μαζικής παραγωγής προϊόντων που οδήγησε σε λάθος παραγωγικές πρακτικές ενώ σε ότι αφορά τον τομέα των τροφίμων σε μαζική κατανάλωση χαμηλής ποιότητας προϊόντων διατροφής.

Η νέα πρακτική κατά τη γνώμη μου επιβάλλει τον επανακαθορισμό των σχέσεων με το αστικό ,το φυσικό περιβάλλον και το τοπίο, σε συνδυασμό με το στόχο της ανάκτησης των γεύσεων και του διατροφικού μας προτύπου.

Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να αναπτυχθεί η βιολογική και γαστρονομική γεωργία.

Αρνούμενοι τον πολιτιστικό και διατροφικό ιμπεριαλισμό, να αναδείξομε τα παραδοσιακά προϊόντα και την αξιόλογη διατροφή μας στη λογική μια ανάπτυξης με άλλα καταναλωτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Γιατί οι αλυσίδες γνωστών ταχυφαγείων  (fast food) δεν είναι μόνο πρόταση διατροφής. Είναι κοινωνικό ,εργασιακό και παραγωγικό πρότυπο.

Χρειάζεται λοιπόν μια εμπνευσμένη ηγεσία που θα αποκαταστήσει της σχέσεις πόλης –υπαίθρου. Ταυτόχρονα η πόλη θα πρέπει να γίνει βιτρίνα των τοπικών προϊόντων(όπως έχω αναφέρει και σε προηγούμενο άρθρο)  και προωθητική δύναμη τους. Στα πλήθη των επισκεπτών εκτός από την ιστορία, τα μνημεία και τον χώρο, θα προσφέρει και τον πολιτισμό των γεύσεων και της διατροφής. Θα «ντύσει» με αυτόν τον τρόπο τα προϊόντα με το συμβολισμό που δημιουργεί υπεραξία.

Όλα  αυτά προφανώς είναι ζήτημα πολιτικών επιλογών οι οποίες όμως δεν αφορούν μόνο την κεντρική πολιτική σκηνή αλλά είναι μείζον θέμα για την τοπική αυτοδιοίκηση. Η Ελλάδα πρέπει να μπει δυναμικά στο παιχνίδι των τροφίμων και της διατροφής. Είναι προνομιακός τομέας ,που αν συνδυαστεί με την περιβαλλοντική οικονομία θα δημιουργήσει   πλεονάσματα που θα οδηγήσουν στην επιστροφή του κόσμου στην ύπαιθρο όχι μόνο σαν επιλογή ποιοτικής κατοικίας αλλά σαν παραγωγική πρόκληση. Είναι γνωστό ότι σε όλη την Ευρώπη ο αγροτοτουρισμός έχει παίξει καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη ολόκληρων περιφερειών.

Τα τοπικά αγροτικά προϊόντα ,ο τρόπος παραγωγής τους ως πλούτος και έμπνευση, καθώς και η επένδυση τους  με τον πολιτισμό  και το περιβάλλον της κάθε περιοχής  αν συνδυαστούν με την επιστημονική γνώση θα αποτελέσουν το πλεονέκτημα μιας οικονομίας κατάλληλης να στρέψει το ενδιαφέρον των νέων παραγωγών στην ενδοχώρα.

Επιπλέον συγκριτικό πλεονέκτημα οι δυνατότητες οργάνωσης μιας διαφορετικής οικονομίας που υπερβαίνει τον κρατικό παρεμβατισμό.

Είναι καιρός να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πολιτικά για να  πράττουμε διαφορετικά ώστε να διαμορφώσουμε μια κοινωνία πολιτών που θα παράγει αξίες και θα σέβεται τον τόπο και την ιστορία του.

 

1  : (Ως αποσυγκέντρωση θεωρούμε τη μεταφορά φορτίων από χώρους συσσώρευσης , ενώ αποκέντρωση είναι η δημιουργία πολλών αναπτυξιακών και οικονομικών κέντρων.)

 

*Ο κ.Αναστάσιος (Τάσος) Τσατσάκης είναι ΕΤΕΠ στο ΤΕΙ Κρήτης και υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με την παράταξη «Ενεργοί Πολίτες».

Πηγή : cretalive.gr